Στα μέσα Ιουνίου 1941 το Αρχηγείο του Βασιλικού Ελληνικού Στρατού Μέσης Ανατολής, βρίσκονταν υπό την ηγεσία του Στρατηγού Εμμανουήλ Τζανακάκη. Η πρώτη ελληνική ταξιαρχία είχε ως πυρήνα της 600 Αιγυπτιώτες που είχαν διαφύγει στην Παλαιστίνη καθώς και μονάδες της Ταξιαρχίας Έβρου, που είχαν φτάσει εκεί μέσω Τουρκίας.
Την άνοιξη του 1942 οι ελληνικές δυνάμεις αριθμούσαν ήδη δύο ταξιαρχίες. Το καλοκαίρι μεταφέρθηκαν στην Αίγυπτο, όπου Γερμανοί και Ιταλοί είχαν ανανεώσει τις επιθέσεις τους με κατεύθυνση την Αλεξάνδρεια. Τον Αύγουστο του 1942 για να απορροφηθεί ο δυσανάλογα μεγάλος αριθμός αξιωματικών που κατέφθαναν στη Μέση Ανατολή, συγκροτήθηκε ο «Ιερός Λόχος», μονάδα ειδικών αποστολών,. Με διοικητή το Συνταγματάρχη Χριστόδουλο Τσιγάντε, με 200 άνδρες αρχικά που έφτασαν τους 1.000 το 1944. Τον Οκτώβριο του 1942 η 1η ελληνική ταξιαρχία μετείχε και διακρίθηκε στη μάχη του Ελ Αλαμέιν, ως τμήμα της βρετανικής 8ης Στρατιάς που κατανίκησε τις γερμανοϊταλικές δυνάμεις.
Μετά το κίνημα του Απριλίου του 1944 οι δυο ταξιαρχίες αναδιαρθρώθηκαν και αποτέλεσαν την 3η Ορεινή, η οποία διακρίθηκε στις επιχειρήσεις του Σεπτεμβρίου του 1944 στην Ιταλία και μάλιστα στη μάχη του Ρίμινι. Σημαντική ήταν επίσης, η συνδρομή της ελληνικής αεροπορίας που ανασυγκροτήθηκε στη Ροδεσία και πολέμησε στη Βόρεια Αφρική, όπως και του πολεμικού στόλου. Πλοία του, έλαβαν μέρος σχεδόν σε όλες τις επιχειρήσεις του πολέμου από την Ινδία έως τη Νορμανδία. Η πολεμική συνδρομή της Ελλάδας ακόμη και μετά την κατάρρευση της χώρας δεν έμεινε απαρατήρητη και κέρδισε πλήθος επαίνων των συμμαχικών επιτελείων.